Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Το πρόχειρο σήμερα ονομάζεται Σπουδή!

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ 
Μέσα στο μικρό θέατρο της Μαίρης Βιδάλη οι θεατές στριμώχνονται. Η καθαρή φωνή της κ. Βιδάλη ακούγεται από τα μεγάφωνα και προετοιμάζει το κοινό για το τι θα παρακολουθήσει. Ωστόσο, αυτό που πρόκειται να βιώσει ο θεατής, δεν έχει καμία σχέση με τις περιγραφές της ηθοποιού, που ακούγονται στο ηχογραφημένο μήνυμα… 


Είναι γεγονός ότι στις μέρες μας εμφανίζονται πολλά θεάματα υπό τον τίτλο Σπουδή. Στο θέατρο Διάχρονο της Μαίρης Βιδάλη, η Σπουδή είναι Νο3 και στηρίζεται σε δυο έργα του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, που μεταφέρονται στην ελληνική σκηνή σε μετάφραση του Άκη Χαραλαμπίδη και σκηνοθεσία Ζαχαρία Ρόχα. 

Στην «Πιο Δυνατή» του Στρίντμπεργκ συμμετέχουν οι ηθοποιοί Νίτα Παγώνη, Βάνα Βασίου και Μυρτώ Μακαλιά. Πρόκειται ουσιαστικά για το πρώτο έργο, που διαρκεί ελάχιστα σχετικά με το μάκρος του κειμένου. Ο τίτλος του έργου προϊδεάζει τον θεατή ότι αυτό που θα παρακολουθήσει επί σκηνής θα είναι οι δια-θηλυκές σχέσεις, η μάχη δυο γυναικών για τον ίδιο άντρα. 

Η ιδέα του έργου υπόσχεται πολλά, ωστόσο αμηχανία στο θεατή προκαλεί το γεγονός ότι τα νήματα του λόγου και της πολυδιάστατης σημασίας κινεί η έγγαμη ηθοποιός, Νίτα Παγώνη, ενώ η κ. Μακαλιά στο ρόλο του βουβού δρώντος δεν μπαίνει στον κόπο να ανταποκριθεί και να υποκριθεί τη σιωπή. Άλλωστε, οι ταλαντώσεις της σιωπής είναι σε πάρα πολλά έργα ισχυρότερες από τις ταλαντώσεις του αρθρομένου λόγου. 

Αντίθετα, στο έτερο μέρος της Σπουδής, στο έργο «Δεσποινίς Τζούλια», η κ. Μακαλιά αποδεικνύει ότι έχει μια παρουσία αποδεκτή στην παράσταση. Η ηθοποιός εμφανίζεται ως δομή πλέον, αλλά και ως φέρουσα το λόγο με άρτιο τρόπο, τον οποίο ο θεατής μπορεί να κατανοήσει και να αξιολογήσει. 

Η Βάνα Βασίου στο πρώτο μέρος της «Σπουδής» ως Ντουμπλύρ υπηρετεί νωχελικά τη σιωπή, ενώ στο δεύτερο μέρος αναλαμβάνει να ερμηνεύσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο, της Τζούλιας. Η παρουσία της ηθοποιού στη σκηνή θυμίζει κάτι από τις ταινίες του Γιώργου Φούντα, με πολλούς βρυχηθμούς, κραυγές και υπερβολικές κινήσεις. Λείπει η ρεαλιστικότητα και η φυσικότητα που έχει ανάγκη το εκάστοτε έργο, προκειμένου να περάσει ένα σαφές μήνυμα στο θεατή. Το κοινό αισθάνεται πως η ερμηνεία της ηθοποιού είναι υπερβολική, «άκαμπτη» και πομπώδης. 

Το βάρος του έργου «Μις Τζούλια» φαίνεται να σηκώνει στις πλάτες του ο ηθοποιός Παύλος Ευαγγελόπουλος, ο οποίος υποδύεται με μέτρο και ζωντάνια τον Ζαν. Οι «κορώνες» της κ. Βασίου μετριάζονται από την ερμηνεία του κ. Ευαγγελόπουλου, ο οποίος παρόλη τη… φασαρία που εκτυλίσσεται επί σκηνής επιλέγει να κρατήσει τον χαρακτήρα «Ζαν» προσγειωμένο, χαρίζοντάς του φρεσκάδα. Μάλιστα, ο κ. Ευαγγελόπουλος δίνει ένα θετικό πρόσημο στη βεβαρημένη ατμόσφαιρα διακωμωδώντας τα γεγονότα, καταφέρνοντας έτσι να αποφορτίσει τον θεατή. 

Τα αρνητικά συναισθήματα των θεατών δημιουργούνται από το γεγονός ότι η μετάβαση από το ένα έργο στο άλλο γίνεται εντελώς ξαφνικά, κάτι το οποίο αποδεικνύει την προχειρότητα του εγχειρήματος.  Οι θεατές καταλαβαίνουν ότι είναι αδικαιολόγητη η διαδραστική διάσταση της σκηνοθεσίας του Ζαχαρία Ρόχα, δεδομένου ότι καταλύεται η σύμβαση και ο μπάρμαν με τον σκηνοθέτη αναλαμβάνουν χρέη… μεταφορέων.  Οι θεατές παρακολουθούν έκπληκτοι την αλλαγή του σκηνικού και με Ιώβεια υπομονή περιμένουν καθηλωμένοι στις θέσεις τους να ξεκινήσει το δεύτερο μέρος της παράστασης. 

Τα ενδύματα των ηθοποιών παραπέμπουν στην εποχή του Στρίντμπεργκ, που γράφεται το έργο, ενώ η μουσική του Θάνου Γεωργουλά δεν προκαλεί ιδιαίτερη αίσθηση κατά τη διάρκεια των δυο έργων . Μόνο στο τέλος θα λέγαμε ότι καταφέρνει να προσδώσει αυτό που χρειάζεται η σκηνή της τρέλας, με την Τζούλια και τον Ζαν να οδηγούνται στην πλήρη καταστροφή. 

Οι φωτισμοί, που χειρίζεται ο Γιώργος Δανεσής, δεν εμφανίζονται να είναι οργανικά συνδεδεμένοι με την παράσταση. Ενώ κανονικά τα φώτα είναι ένα από τα δυνατά σημεία της παράστασης, εδώ αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του ευτελούς. Αυτό έγκειται στο γεγονός ότι σε πολλά σημεία ο κ. Δανεσής φαίνεται να παίζει με τα φώτα, τη στιγμή που οι ηθοποιοί ερμηνεύουν. Παρόλα αυτά στην τελευταία, εφιαλτική, σκηνή οι εναλλαγές του φωτός δίνουν ακριβώς το στίγμα που πρέπει. 

Στο μικρό αυτό θέατρο οι ερμηνευτικές χασμωδίες «καταπίνουν» τα υψηλά νοήματα του έργου. 

Για να γνωρίσει το κοινό τον Στρίντμπεργκ θα πρέπει να περπατήσει στα μονοπάτια των βιβλίων του. Εκεί, ξεδιπλώνεται όλο το μεγαλείο του ταλέντου του. Ο Σουηδός θεατρικός συγγραφέας, μυθιστοριογράφος και ζωγράφος στα δυο έργα «η Πιο Δυνατή» και η «Μις Τζούλια» παρουσιάζει το καρδιογράφημα της γυναικείας συμπεριφοράς. Ως κοινωνικός… παλμογράφος φαίνεται πως έχει μετρήσει με ακρίβεια τους παλμούς της γυναικείας ζωής και τους εκθέτει με απόλυτη καθαρότητα στο κοινό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου