γράφει ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος
Η Ιντερ ακολούθησε την τύχη όλων των ομάδων που πήραν το τρόπαιο εδώ και δύο δεκαετίες σε αυτή τη διοργάνωση που λέμε πια Τσάμπιονς Λιγκ. Μάλιστα ο αποκλεισμός της ήταν με κάτω τα χέρια, αλλά αυτό δεν αλλάζει το θέμα μας. Η τελευταία ομάδα που πήρε συνεχόμενους τίτλους... στο Κύπελλο Πρωταθλητριών πιθανολογώ πως το ξέρετε. Η Μίλαν του Αρίγκο Σάκι, το 1989 και το 1990 είναι το τελευταίο κλαμπ που διατήρησε τα κεκτημένα και πηγαίνοντας ακόμη πιο πίσω, η Νότιγχαμ Φόρεστ στις εκπληκτικές μέρες δόξας υπό τις οδηγίες του ιδιοφυούς Μπράιαν Κλαφ είναι η μόνη άλλη ομάδα τα τελευταία 32 χρόνια που το πέτυχε! Η διαφορά με το αμέσως προηγούμενο διάστημα είναι τεράστια. Πριν τη Φόρεστ, η Λίβερπουλ είχε πάρει δύο σερί Κύπελλά και είχαν προηγηθεί η Μπάγερν και ο Αγιαξ με τρία συνεχόμενα! Τι μεσολάβησε λοιπόν στο ποδόσφαιρο και σε 30 σεζόν μόλις μία ομάδα κατάφερε να ξαναπάρει το Κύπελλο;Κάποιοι αναφέρουν ως γεγονός αναμφισβήτητο πως δυσκόλεψε το άθλημα από την φύση του με τους πολλούς αγώνες. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν πως δεν υπάρχουν πια οι τεράστιες ομάδες εκείνης της εποχής, αλλά σε αυτό προσωπικά διαφωνώ, αφού η Μπαρτσελόνα δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από οποιαδήποτε μεγάλη ομάδα του παρελθόντος. Και κάποιοι άλλοι, πιο κυνικοί, λένε πως σε μία εποχή που το ποδόσφαιρο σε μία διοργάνωση που την λένε Τσάμπιονς Λιγκ δέχεται να βάλει και τους δεύτερους, τους τρίτους και τους τέταρτους ήταν φυσιολογική εξέλιξη να είναι αδύνατο να κρατηθείς στην κορυφή. Ολες οι παράμετροι εν μέρει είναι σωστές.
Τα πολλά ματς της σημερινής εποχής δεν είναι πάντως περισσότερα από ότι στην δεκαετία του 70 και του 80. Η Αρσεναλ για παράδειγμα, το 1980 έδωσε 71 επίσημα ματς και μέσα σε μία εβδομάδα στο τέλος του Μαίου έχασε και τους τρεις τίτλους που διεκδικούσε. Η Μιλαν το 1973 έχασε ένα ολόδικο της πρωτάθλημα, λίγες μέρες μετά την κατάκτηση του Κυπελλου Κυπελούχων στην Θεσσαλονίκη με αντίπαλο την Λιντς, γιατί συνετρίβη 5-3 στην Βερόνα. Ο Νερέο Ρόκο, προπονητής των «ροσσονέρι» είχε χρησιμοποιήσει ακριβώς την ίδια ενδεκάδα στα δύο ματς, γιατί αυτούς θεωρούσε βασικούς και πρώτες επιλογές του! Η Λιντς Γιουνάιτεντ του μεγάλου Ντον Ρέβι για μία δεκαετία, από το 1965 έως το 1975 ήταν μέσα σε όλες τις διοργανώσεις από την πρώτη μέρα της σεζόν μέχρι την τελευταία. Ούτε λίγο ούτε πολύ σε 10 περιπτώσεις έμεινε δεύτερη ή φιναλίστ γιατί με σχεδόν 65 ματς τον χρόνο το ρόστερ της εποχής με 16 παίκτες δεν της έφτανε.Ο Αγιαξ την χρονιά της απόλυτης αυτοκρατορίας του, το 1971-72 χρησιμοποίησε μόλις 17 ποδοσφαιριστές. Αυτό δεν τον εμπόδισε να κατακτήσει νταμπλ και σούπερ κύπελλο Ολλανδίας αλλά και το σούπερ Κύπελλο Ευρώπης συν το Κύπελλο Πρωταθλητριών και το Διηπειρωτικό, κάτι που μόνο η Μπάρτσα το 2009 κατάφερε! Σήμερα οι ομάδες έχουν ρόστερ από 25-30 παίκτες πρώτης επιλογής που το αλλάζουν με βάση τις ανάγκες του συλλόγου. Αρα τι τους εμποδίζει να επαναλάβουν την διάκριση στο πιο σπουδαίο τρόπαιο της σεζόν; Εχω την αίσθηση πως κάτι που διαφοροποιεί τα πράγματα είναι και ο φόβος της αποτυχίας.
Κάποτε τεράστιες ομάδες δεν είχαν την ευκαιρία να αγωνιστούν στο πιο σπουδαίο Κύπελλο, αν δεν ήταν πρωταθλήτριες. Η Λιντς το προσπαθούσε χρόνια στην Αγγλία, η Κολωνία και η Γκλάντμπαχ το ίδιο στην Γερμανία. Η Μπαρτσελόνα περίμενε από το 1961 έως το 1975 και μετά πάλι έως το 1986 την ευκαιρία της! Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από το 1969 ξανάπαιξε το 1993. Τότε, στην προ Τσάμπιονς Λιγκ του 1998 εποχή (όταν άνοιξε η πόρτα και για τους δεύτερους) ο φόβος του να χάσεις σε έκανε να παίζεις με τις αισθήσεις σε εγρήγορση. Ενώ τώρα, ποιά ομάδα από αυτές που πήραν το Κύπελλο από το 2000 και μετά είχε πρόβλημα; Μόνο η Λίβερπουλ στον τελικό της Πόλης που γνώριζε πως αν δεν έπαιρνε το τρόπαιο θα έμενε εκτός, υπερέβαλλε εαυτόν. Αυτό που ελάχιστοι συνειδητοποιούν είναι πως στον 21ο αιώνα, μόνο η Βαλένθια και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ αγωνίστηκαν σερί χρονιές στον τελικό! Όταν λοιπόν οι περισσότερες από τις λεγόμενες μεγάλες ομάδες έχουν σχεδόν εξασφαλισμένο το εισιτήριο ( μόνο η Λίβερπουλ και η Γιουβέντους έλειψαν φέτος από το πάρτι και θα λείψουν και του χρόνου) η όρεξη και η δύναμη για να επαναλάβεις την προσπάθεια πάει περίπατο, μόλις πάρεις το τρόπαιο. Αυτή η δίψα για επανάληψη έλειπε από την Μίλαν το 2008 και το 2004, την Μπαρτσελόνα το 2007, από την Λίβερπουλ το 2006, από την Ρεάλ το 2003, από την Μπάγερν το 2002, από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το 2000. Και αυτό πληρώνει κάθε μεγάλο κλαμπ στην μοντέρνα εποχή. Φυσικά έχουνε εξαιρέσεις όπως της Γιουνάιτεντ που έφτασε στον τελικό της Ρώμης το 2009 αλλά έπεσε πάνω στην εξαιρετική Μπαρτσελόνα ενώ πέρσι οι Καταλανοί «βρήκαν» στο σινικό τείχος της Ιντερ στον ημιτελικό.
Μία άλλη παράμετρος είναι πως η διοργάνωση έγινε πιο δύσκολη από την ώρα που αντί για πέντε -έξι μεγάλα ονόματα που έμπαιναν στην κληρωτίδα έως και μία δωδεκαετία πίσω, τώρα υπάρχουν σχεδόν τα διπλά. Από την άλλη, όπως υποστηρίζει ο Brian Glanville των Times, κάποτε ένα λάθος τον Σεπτέμβριο, ή τον Οκτώβριο αρκούσε για να δεις την συνέχεια από την τηλεόραση. Τώρα πια, μπορείς να γλυτώσεις ακόμη και με τρεις ήττες στην σεζόν, κάτι αδιανόητο στο παρελθόν. Αν και σέβομαι απόλυτα την άποψη ενός εμβληματικού ανθρώπου για την παγκόσμια δημοσιογραφία, θα διαφωνήσω, Η μία κακή βραδιά πάντα παίζει τον ρόλο της. Η Μίλαν στην Κορούνια το 2004, η Μπάρτσα πέρσι στο Μιλάνο, η Ιντερ φέτος με την Σάλκε, υπενθυμίζουν πως πάντα αρκεί να πατήσεις μία νάρκη για να τελειώσουν όλα.
Εκείνο πάντως που διαφοροποιεί το σημερινό ποδόσφαιρο και δυσκολεύει την επανάληψη μίας επιτυχίας είναι πως εύκολο ματς, με την έννοια που υπήρχε πριν από 30 ή 40 χρόνια απέναντι σε ερασιτέχνες αντιπάλους τελείωσαν. Και επίσης έχει περάσει η εποχή που μία ομάδα ήταν άγνωστη σε κάποια άλλη. Τώρα με την δορυφορική τηλεόραση και το ίντερνετ κανείς προπονητής δεν περιμένει τον αντίπαλο να αιφνιδιαστεί από οτιδήποτε. Το Κύπελλο Πρωταθλητριών αποτελούσε το Τρόπαιο μόνο για τους καλύτερους, μόνο για τους πρώτους. Ομως το Τσάμπιονς Λιγκ είναι πραγματικά η διοργάνωση που όλοι οι κορυφαίοι δίνουν το παρών. Και το να κρατηθείς πρώτος όχι μόνο μοιάζει δύσκολο, αλλά αποδεικνύεται και ακατόρθωτο!
Πηγή: Aixmi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου