Τετάρτη 26 Ιανουαρίου 2011

Αισθάνεται συκοφαντημένος ο Πάκης...

ΚΑΙ ΕΣΤΕΙΛΕ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΣΤΟΝ ΠΕΤΣΑΛΝΙΚΟ!

Ο TSILIADOROS ΣΤΗΝ... ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Κλιμακώνονται οι αντιδράσεις από πρώην υπουργούς και των δύο μεγάλων κομμάτων, μετά τη δημοσιοποίηση του πορίσματος της εξεταστικής επιτροπής για την υπόθεση Siemens. Οι πρώην υπουργοί που θίγονται τοποθετούνται με μακροσκελείς δηλώσεις, στις οποίες αντικρούουν όσα αναφέρονται εκεί εναντίον τους. Με τον πιο επίσημο τρόπο το έκανε αυτό ο πρώην υπουργός Εσωτερικών Πρ. Παυλόπουλος, ο οποίος έστειλε επιστολή στον πρόεδρο της Βουλής κ. Φ. Πετσάλνικο, στην οποία αντικρούει σημείο...

προς σημείο τα όσα του αποδίδονται.
Ολόκληρη η επιστολή του κ. Παυλόπουλου:
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
Σας απευθύνω την παρούσα επιστολή –την οποία παρακαλώ να κοινοποιήσετε σε όλα τα Μέλη του Σώματος- επειδή θεωρώ χρέος μου ν’ αντικρούσω αμελλητί τα όσα περί ευθυνών μου αναφέρονται στο Πόρισμα της Πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής για τη SIEMENS και τα οποία, όπως τεκμηριώνω στη συνέχεια, υπερβαίνουν απροκαλύπτως τα όρια της ανακρίβειας και εισέρχονται στο πεδίο της ωμής συκοφαντίας.  Γνωρίζω βεβαίως, σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, ότι κατά τη συζήτηση του ως άνω Πορίσματος στην Ολομέλεια της Βουλής θα έχω τη δυνατότητα ν’ απαντήσω στα σημεία που με αφορούν.  Δεν είμαι όμως διατεθειμένος να επιτρέψω έως τότε να αιωρούνται τέτοιου είδους απαράδεκτες αιτιάσεις, ιδίως σε μιαν εποχή σαν τη σημερινή, όταν κάποιοι θεωρούν ότι είναι δυνατόν να σπιλώνουν υπολήψεις και να διώκουν πολιτικούς αντιπάλους για ν’ αποσείσουν τις δικές τους ευθύνες.
I. Κατά τα στοιχεία του Πορίσματος της Πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής, στο μέτρο που με αφορούν, μου καταλογίζονται ευθύνες και ζητείται η περαιτέρω διερεύνηση σύμφωνα με το παρακάτω σκεπτικό:
«Μέχρι και την 5η τροποποίηση γινόταν δεκτό ότι η εκπαίδευση στα Υποσυστήματα 8 μέχρι 30 ήταν υποχρέωση της εταιρείας. Συνεπώς η εκπαίδευση  χρηστών, τεχνικών και διαχειριστών για τα Υποσυστήματα 1 έως 7 (CDSS) θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί πριν από την σύνταξη του τελικού πρωτοκόλλου παραλαβής του C4I. Αυτή η ενέργεια δεν είχε πραγματοποιηθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2008 που άρχισε η διαδικασία δοκιμής των Υποσυστημάτων.
Αν και οι Τεχνικοί Σύμβουλοι με εκθέσεις τους ανέφεραν την ακαταλληλότητα του CDSS η Επιτροπή Παραλαβής δεν τις έλαβε υπόψη της και προχώρησε στις 14.10.2008 στην παραλαβή των Υποσυστημάτων 1-7. Επειδή όμως η 5η τροποποίηση περιείχε ως όρο την υποχρέωση της εταιρίας να εκπαιδεύσει το προσωπικό, δεν μπορούσε να γίνει τελικό πρωτόκολλο παραλαβής. Για αυτόν το λόγο ο τότε Υπουργός υπέγραψε την 7η τροποποίηση της σύμβασης, ώστε να γίνει δυνατή η συνολική παραλαβή του C4I. Είναι προφανές, ότι ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος δεν διαχειρίστηκε με την πρέπουσα προσοχή την δημόσια περιουσία, η οποία του ήταν διεπιστευμένη με την ιδιότητά του ως Υπουργού».
II. Όπως ήδη εξέθεσα, ακόμη και απλή ανάγνωση των λοιπών δεδομένων του Πορίσματος, ιδίως δε η «επίμαχη» απόφαση που υπέγραψα –και την οποία επισυνάπτω-  αποδεικνύουν το ακριβώς αντίστροφο: Διαχειρίστηκα, με μόνο γνώμονα την προάσπιση του δημόσιου συμφέροντος, με τη δέουσα προσοχή τη δημόσια περιουσία και δεν επέτρεψα να χαθεί ούτε ένα ευρώ!  Ειδικότερα:
Α. Στο Πόρισμα προδήλως συγχέονται αφενός η λειτουργική ακαταλληλότητα των Υποσυστημάτων 1-7 (CDSS) σε σχέση με τις προδιαγραφές. Και, αφετέρου, η συμβατική υποχρέωση εκπαίδευσης του προσωπικού στα υποσυστήματα 1-7 (CDSS), η οποία ήταν αυτονόητη και επιβεβλημένη.
Β. Ουδέποτε απηλλάγη η SAIC της συμβατικής υποχρέωσης εκπαίδευσης του προσωπικού.  Και μετά την 7η τροποποίηση της σύμβασης η εκπαίδευση εξακολουθούσε ν’ αποτελεί υποχρέωση της SAIC.  Απλώς μετατέθηκε, για λόγους προφανείς όπως εκθέτω στη συνέχεια, ο χρόνος έναρξής της.  Επιπλέον, όχι μόνο διατηρήθηκε η συμβατική υποχρέωση εκπαίδευσης του προσωπικού αλλά και επεκτάθηκε χρονικά από 3 σε 6 μήνες, χωρίς πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση του Δημοσίου. Παράλληλα όλο το προβλεπόμενο για την εκπαίδευση τίμημα παρακρατήθηκε μέχρι την ολοκλήρωσή της. Εδώ φαίνεται ακριβώς ότι για το Δημόσιο δεν υπήρξε βλάβη ούτε ενός ευρώ.  Αντιθέτως, το Δημόσιο κέρδισε το ποσό αυτό όπως φαίνεται και στην απόφαση που επισυνάπτω.
Γ. Είναι, συνακόλουθα, το λιγότερο προκλητικά ανακριβής η αιτίαση ότι υπέγραψα τροποποίηση της σύμβασης για να είναι δυνατή η συνολική παραλαβή του C4I!  Τα γεγονότα αυτά δεν έχουν καμία σύνδεση και απόδειξη είναι ότι ουδέποτε εγώ καθώς και ο κ. Μαρκογιαννάκης στη συνέχεια παραλάβαμε συνολικά το C4I. Πως, άραγε, «ξέφυγε» από την πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής αυτή η «λεπτομέρεια»; Και γιατί «ξεχνά» να επισημάνει την εξοικονόμηση όλου του τιμήματος εκπαίδευσης το οποίο παρακρατήθηκε;
Δ. Τέλος, μόνο κραυγαλέα άγνοια ή αδίστακτη σκοπιμότητα μπορούν να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι η μετάθεση του χρόνου εκπαίδευσης ήταν «προσχηματική».  Όλως αντιθέτως η μετάθεση αυτή ήταν επιβεβλημένη από την ίδια τη λογική και θα έπρεπε να μου είχαν ζητηθεί ευθύνες μόνον αν δεν την είχα αποφασίσει. Αυτό αποδεικνύεται:
1. Από το γεγονός ότι η ανάγκη της μετάθεσης αυτής έχει διαπιστωθεί – διατυπωθεί, ήδη στις 30 Ιανουαρίου 2008, από την Επιτροπή Ελέγχου & Παραλαβής Προμήθειας Συστημάτων C4I η οποία,  στο πλαίσιο  επεξεργασίας της πρότασης πού υποβλήθηκε από το Δημόσιο για την αλλαγή σχεδιασμού του CDSS, επισημαίνει ότι (υπ’ αριθ. πρωτ 2004-20/1/1/4-ρκβ’/30-1-2008):
"Δεδομένου ότι επίκειται η έναρξη των εκπαιδεύσεων για το CDSS ... η Ε.Ε.Π.Π κρίνει απαραίτητο να προταθεί αλλαγή της έναρξης του χρόνου εκπαίδευσης σε μεταγενέστερο χρόνο αλλά και του γενικότερου πλαισίου εκπαίδευσης για τους εξής λόγους :
ι) Ο χρόνος εκπαίδευσης θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στην έναρξη της επιχειρησιακής λειτουργίας.  Σε διαφορετική περίπτωση εάν αυτό το χρονικό διάστημα   είναι μεγάλο η εκπαίδευση θα είναι εκ νέου αναγκαία για το προσωπικό.
Ιι) Το περιβάλλον στο οποίο θα εκπαιδευτούν οι χρήστες θα πρέπει να είναι αυτό που θα υλοποιηθεί βάση του συμφωνημένου Παραδοτέου και του Σχεδιασμού Υλοποίησης.  Σαν αποτέλεσμα η εκπαίδευση θα πρέπει να ξεκινήσει αφού έχουμε μια πρώτη εικόνα της τελικής υλοποίησης εγκεκριμένη από την Επιτροπή.».
2. Οι ίδιες διαπιστώσεις για την αναγκαιότητα μετάθεσης της εκπαίδευσης συμπεριλαμβάνονται και στο από 5-8-2008 Εισηγητικό Σημείωμα της Δ/νσης Τεχνικών της ΕΛ.ΑΣ που έγινε αποδεκτό από όλη την ιεραρχία (φυσική και πολιτική). Σε αυτό το έγγραφο διατυπώνεται η άποψη της ΕΛ.ΑΣ, ότι η μετάθεση επιβαλλόταν  «κυρίως από το μεγάλο αριθμό του προσωπικού των Φορέων που θα εκπαιδευτεί (4.000 περίπου), γεγονός που θα δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα λειτουργίας των Υπηρεσιών, σε μία περίοδο με αυξημένες ανάγκες (αντιπυρική περίοδος, τουριστική κλπ) και χορήγησης αδειών προσωπικού.  Πέραν αυτού, το μήνα Οκτώβριο θα έχουν ολοκληρωθεί οι δοκιμές και οι εκπαιδευόμενοι θα έχουν τη δυνατότητα να τύχουν πληρέστερης εκπαίδευσης και καλύτερης εξοικείωσης με τα συστήματα».
3. Αλλά και χρονικά η μετάθεση της εκπαίδευσης ήταν επιβεβλημένη προς προστασία των συμφερόντων του Δημοσίου. Διότι οι διαπραγματεύσεις για την τροποποίηση της Σύμβασης είχαν ξεκινήσει από τον Φεβρουάριο του 2008 και ολοκληρώθηκαν στις 29-7-2008.  Όταν λοιπόν στις 5-8-2008 υποβάλλεται στον Υπουργό προς υπογραφή η τροποποίηση, η εκπαίδευση δεν έχει πραγματοποιηθεί και η μη εκπλήρωση της υποχρέωσης αυτής δεν μπορεί να αποδοθεί σε υπαιτιότητα της SAIC, αφού διεξάγονταν διαπραγματεύσεις για την αλλαγή σχεδιασμού ειδικά για τα υποσυστήματα 1-7. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι οι λοιπές προταθείσες και από τις δύο πλευρές τροποποιήσεις, οι οποίες είχαν εγκριθεί με το από 29-7-2008 Πρακτικό της Επιτροπής Διαπραγματεύσεων και το από υπ’ αριθ. 5/1-8-2008 Πρακτικό της Κεντρικής Γνωμοδοτικής Επιτροπής Προμηθειών του Υπουργείου, και εν συνεχεία από το σύνολο της φυσικής και πολιτικής ηγεσίας (πλην του Υπουργού), ο Υπουργός τις απέρριψε όλες (επειδή θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε απευθείας ανάθεση στην SAIC νέων συμβατικών ειδών και υπηρεσιών) και αποδέχθηκε μόνο την αυτονόητη τροποποίηση για το χρόνο έναρξης της εκπαίδευσης.  Και τούτο διότι όχι μόνον ίσχυε ο προαναφερόμενος ουσιαστικός/επιχειρησιακός λόγος που επέβαλε την μετάθεση αυτή (επίκαιρη εκπαίδευση του προσωπικού σε πραγματικές συνθήκες επιχειρησιακής λειτουργίας του συστήματος) αλλά και διότι στο χρονικό σημείο που είχαν πια ολοκληρωθεί οι διαπραγματεύσεις (29-7-2008) είχε ήδη παρέλθει ο αρχικά προβλεπόμενος συμβατικός χρόνος εκτέλεσης της εκπαίδευσης, χωρίς οι υπηρεσίες αυτές να έχουν παρασχεθεί.  Και η μη εκπλήρωση της συμβατικής αυτής υποχρέωσης δεν οφειλόταν σε υπαιτιότητα του προμηθευτή.  Ελλείψει λοιπόν υπαιτιότητας του προμηθευτή, το Δημόσιο κινδύνευε να χρεωθεί το τίμημα των υπηρεσιών εκπαίδευσης, γεγονός που από μόνο του καθιστούσε επιβεβλημένη για την προστασία των συμφερόντων του την μετάθεση του χρόνου  εκπαίδευσης. Να γιατί λοιπόν, όπως ήδη εξήγησα, όλες μου οι ενέργειες είχαν ως μόνο γνώμονα το δημόσιο συμφέρον και δεν υπάρχει ίχνος βλάβης του Δημοσίου.
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
Ύστερα από τα παραπάνω αξίζει να ερευνήσει κανείς ποιες σκοπιμότητες επέβαλαν στην Πλειοψηφία της Εξεταστικής Επιτροπής μια τέτοια διαστρέβλωση της αλήθειας η οποία προσβάλει βάναυσα την πολιτική μου τιμή.  Και θέλω να πιστεύω ότι το Κοινοβούλιο, ως υπερασπιστής της ποιότητας της Δημοκρατίας μας, θα δώσει την απάντηση σε όλους εκείνους οι οποίοι δεν φαίνεται να έχουν συναίσθηση των ευθυνών που επωμίζονται, στη σημερινή μάλιστα συγκυρία, όταν αναλαμβάνουν την αποστολή να υπερασπισθούν τη διαφάνεια και ν’ αναζητήσουν την αλήθεια ως προς το μέγα σκάνδαλο της SIEMENS.
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Προκόπης Παυλόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου