Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Πειραματικά... 25 χρόνια μετά

Σχεδόν 25 χρόνια μετά τη ντε φάκτο κατάργησή του, ο θεσμός των πειραματικών σχολείων αναβιώνει με το σχέδιο νόμου που προωθεί το Υπουργείο Παιδείας. Και μαζί με την αναβίωση του θεσμού επανέρχεται ένα παλιό ερώτημα: Τι ήταν τα αυτά τα σχολεία; Κέντρα αριστείας της δημόσιας εκπαίδευσης, όπως υποστήριζαν οι θιασώτες του θεσμού, ή κυψέλες της ελίτ, όπως ισχυρίζονταν οι επικριτές του; Τα πρώτα πρότυπα ή πειραματικά σχολεία, ιδρύθηκαν στις αρχές του περασμένου αιώνα, κυρίως από εθνικούς ευεργέτες και πανεπιστημιακά ιδρύματα. Τις δεκαετίες που ακολούθησαν απέκτησαν φήμη και κύρος, έγιναν συνώνυμα της...

καινοτομίας και της πρωτοπορίας στην εκπαιδευτική διαδικασία. Από τις τάξεις τους πέρασαν μαθητές, που στην ενήλικη ζωή τους καταξιώθηκαν κοινωνικά και επαγγελματικά και στις ίδιες τάξεις δίδαξαν σημαντικοί δάσκαλοι και καθηγητές. Τα πειραματικά, ή τουλάχιστον τα πιο φημισμένα από αυτά, συναγωνίζονταν σε ποιότητα εκπαίδευσης τα καλύτερα ιδιωτικά σχολεία της χώρας. Το καλό επίπεδο των μαθητών διασφάλιζαν οι αυστηρές εξετάσεις εισαγωγής από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο, ενώ το εκπαιδευτικό πρόγραμμα, απαιτητικό ή και βασανιστικό για τους διδασκόμενους, επιβεβαίωνε την πεποίθηση ότι τα σχολεία αυτά ήταν για λίγους.
Ο θεσμός των πρότυπων σχολείων καταργήθηκε με τον νόμο 1566 του 1985 και μαζί έκλεισε μία ολόκληρη εποχή. Ο νόμος εκείνος προέβλεπε την κατάργηση των εξετάσεων εισαγωγής στο Γυμνάσιο. Επίσης, προέβλεπε την ίδρυση πειραματικών σχολείων, στα οποία υποτίθεται ότι θα εφαρμόζονταν νέες μέθοδοι διδασκαλίας και θα διδάσκονταν τα νέα βιβλία. Η διάρκεια ζωής τους είχε οριστεί στα πέντε χρόνια. Μετά την παρέλευση αυτού του διαστήματος, το πειραματικό θα επέστρεφε στο καθεστώς τού κανονικού δημόσιου σχολείου και τη σκυτάλη θα έπαιρνε ένα άλλο δημόσιο. Σκοπός ήταν η «διάχυση» του θεσμού των πειραματικών. «Στην πράξη ο νόμος αυτός δεν εφαρμόστηκε ποτέ», δηλώνει στο ΑΠΕ η πρόεδρος της ΕΛΜΕ Προτύπων, Λαμπρινή Παπατσίμπα.
Τα πειραματικά ακολουθούσαν το αναλυτικό πρόγραμμα που ίσχυε για όλα τα δημόσια σχολεία και η μόνη τους διαφορά ήταν τα αυξημένα προσόντα, που απαιτούνταν από δασκάλους και καθηγητές και ο διορισμός τους από το Κεντρικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο με βάση αυτά τα προσόντα.
Σύμφωνα με την κ. Παπατσίμπα, σήμερα σε όλη την Ελλάδα λειτουργούν περίπου 40 πειραματικά σχολεία. Κάποια από αυτά διατηρούν τη φήμη τους, αλλά ουδείς διαφωνεί ότι έχουν χάσει αρκετή από την παλιά τους αίγλη. «Εχουν διατηρήσει ένα επίπεδο εκπαίδευσης χάρις στο ενδιαφέρον των γονιών και των μαθητών», αναφέρει η πρόεδρος της ΕΛΜΕ Προτύπων. Αυτό το συνδικαλιστικό όργανο, που μετράει πέντε δεκαετίες ζωής και είναι ιδρυτικό μέλος της ΟΛΜΕ, περιλαμβάνει μόνο δύο (πρώην) πρότυπα σχολεία: Το Βαρβάκειο και το Πειραματικό του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον περασμένο χρόνο, στο πλαίσιο ειδικής ημερίδας, είχε καταθέσει σειρά προτάσεων για την αναβίωση του θεσμού των πειραματικών. Βασικοί άξονες ήταν η σύνδεση των πειραματικών με τα πανεπιστήμια, η σύνδεσή τους με το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών. Όπως δηλώνει στο ΑΠΕ η εκπρόσωπος των καθηγητών των πειραματικών, πολλές από τις προτάσεις έγιναν δεκτές από το Υπουργείο και ενσωματώθηκαν στο σχέδιο νόμου.
Στα βασικά σημεία του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας προβλέπεται την αξιολόγηση των ήδη υπαρχόντων πειραματικών, η σύνδεσή τους με παιδαγωγικές σχολές πανεπιστημίων, η επαναφορά των εξετάσεων για την εισαγωγή των μαθητών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, ο ορισμός διοικούσης επιτροπής από πανεπιστημιακούς εκπαιδευτικούς, απόφοιτους πειραματικών και εγνωσμένου κύρους προσωπικότητες και η δημιουργία ομίλων Μαθηματικών, Αρχαίων Ελληνικών, Φυσικών Επιστημών ή Τέχνης για παιδιά με ιδιαίτερες ικανότητες. Σε αυτό το τελευταίο σημείο, η ΕΛΜΕ προτύπων προτείνει το δικαίωμα συμμετοχής να επεκταθεί και σε μαθητές δημόσιων σχολείων με ανάλογες ικανότητες.
Οι προθέσεις αναβίωσης του θεσμού με βάση τις παραπάνω αρχές επαναδιατυπώνουν το παλιό ερώτημα, όχι για τα πειραματικά σχολεία του περασμένου αιώνα, αλλά για τα πειραματικά του 21ου: Τα νέα πειραματικά θα είναι κέντρα αριστείας ή κυψέλες της ελίτ;
Ταυτόχρονα δημιουργούνται και νέα ερωτήματα. Ο νέος θεσμός θα λειτουργήσει ή οι προθέσεις θα μείνουν στα χαρτιά, όπως έγινε πριν από 25 χρόνια; Η επαναφορά των εξετάσεων για τους μαθητές έχει άρωμα μίας περασμένης εποχής ή μπορεί να λειτουργήσει στις σημερινές συνθήκες; Και πώς θα ανακτήσουν αυτά τα σχολεία την χαμένη τους αίγλη;
Σε αυτά τα ερωτήματα, οι διευθυντές των πιο φημισμένων σχολείων της Αθήνας, του Πειραματικού, των Αναβρύτων και του Βαρβάκειου, δίνουν ποικίλες απαντήσεις και διατυπώνουν ενδιαφέρουσες προτάσεις.
Το Πειραματικό της οδού Σκουφά στο Κολωνάκι, ιδρύθηκε το 1929 με πρωτοβουλία του Νικόλαου Εξαρχόπουλου, καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το παλιό νεοκλασικό κτήριο υποδέχεται κάθε χρόνο περίπου πενήντα παιδιά στην πρώτη τάξη του Δημοτικού. Η διευθύντρια του σχολείου, Βίκυ Λυκούδη, απαριθμεί μερικές από τις πρωτοβουλίες που έχει αναλάβει ο σύλλογος διδασκόντων του ιδρύματος σε θέματα υλικοτεχνικής υποδομής επισημαίνοντας την έλλειψη στήριξης από την Πολιτεία. «Το να αναβαθμιστούν τα πειραματικά είναι ένας λόγος. Πώς θα γίνει αυτό; Έχω την αίσθηση ότι ξεκινάμε ανάποδα, από το τελικό στάδιο», δηλώνει στο ΑΠΕ. «Η δική μου εκτίμηση είναι ότι πρέπει να γίνουν μικρά βήματα για να είναι και εφαρμόσιμα», προσθέτει. Για τη διευθύντρια του Δημοτικού Σχολείου του Πειραματικού αυτό που προέχει είναι οι ανάγκες των μαθητών σε σχέση με την εποχή τους. «Αν υποχρεώνομαι να δουλέψω σε ένα αναλυτικό πρόγραμμα που δεν ακολουθεί τη σύγχρονη εποχή, τι ομάδα εργασίας να κάνω και με τι αντικείμενο», διερωτάται. «Εξυπηρετεί η εκπαίδευση τις ανάγκες των μελλοντικών πολιτών, τους προετοιμάζει για την εισαγωγή τους στην κοινωνία; Δεν ξέρω εάν στο ελληνικό σχολείο, με αυτά τα ωράρια, τις συνθήκες στα κτήρια, τα οποία είναι από αδιάφορα έως αφιλόξενα, μπορούμε εμείς οι εκπαιδευτικοί να μεταδώσουμε την αγάπη για τη μάθηση. Φανταστείτε ότι όταν έχεις στην τάξη 25 μαθητές, αφιερώνεις 1,5 λεπτό στον καθέναν στη διάρκεια μίας εκπαιδευτικής ώρας», τονίζει. Η κ. Λυκούδη διαβλέπει στο σχέδιο νόμου πολλούς από τους ιδρυτικούς στόχους του 1929. «Και τότε υπήρχαν λέσχες και όμιλοι. Τα εργαστήρια ήταν πραγματικά πρωτοποριακά για την εποχή τους. Εξετάσεις; Ασφαλώς, εάν θέλουμε να δημιουργήσουμε σχολεία αρίστων. Δεν θεωρώ, όμως, ότι ένα σχολείο εξυπηρετεί τις ανάγκες του παρόντος και του μέλλοντος εάν αξιολογεί μόνο τη γνώση, όπως την αξιολογεί μέχρι τώρα. Πρέπει να αξιολογούνται οι ικανότητες, οι δεξιότητες, η δημιουργικότητα. Η αξιολόγηση πρέπει να είναι πολύπλευρη. Ένα σχολείο αρίστων όπως ήταν παλιά τα πειραματικά δεν ταιριάζει στη σύγχρονη εποχή. Είναι πολύ ξεκομμένο και στείρο», καταλήγει.
Την πλήρη διαφωνία του με το σύστημα των εξετάσεων εκφράζει ο διευθυντής των Αναβρύτων, Νίκος Κρητικός. Η μπλε ταμπέλα με την επιγραφή σε άσπρα γράμματα «Πειραματικό Γυμνάσιο Αναβρύτων» στην είσοδο του κτηρίου, που βρίσκεται στο άλσος του Συγγρού, έχει ξεφτίσει από την πολυκαιρία. «Έτσι δημιουργούμε σχολεία δύο ταχυτήτων, των προνομιούχων και των μη προνομιούχων», δηλώνει. Σύμφωνα με τον κ. Κρητικό, η κλήρωση «βάζει και τους γονείς στο παιχνίδι της υπευθυνότητας. Εάν εγώ έχω ένα παιδί που "δεν τραβάει", δεν το πάω σε ένα σχολείο με αυξημένες απαιτήσεις το οποίο επιπλέον βρίσκεται μακριά από το σπίτι μου». Οι ενστάσεις που καταθέτει ο διευθυντής του Γυμνασίου των Αναβρύτων δεν αφορούν μόνο στην αξιολόγηση των μαθητών, αλλά και των καθηγητών. «Στα αυξημένα προσόντα που απαιτούνται από τους καθηγητές για τον διορισμό τους περιλαμβάνεται όλη η γκάμα χωρίς να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στην ίδια την εκπαίδευση. Εάν εγώ, ως βιολόγος, έχω ένα διδακτορικό στις κυτταρικές μεμβράνες των β’ ιών τάδε, θα είχα αυξημένες πιθανότητες πρόσληψης. Όμως, αυτό το διδακτορικό δεν έχει καμία σχέση με τις ικανότητές μου ως εκπαιδευτικού». Η αυτονομία του σχολείου από το αυστηρό αναλυτικό πρόγραμμα είναι ένα από τα κύρια ζητήματα της εκπαίδευσης για τον κ. Κρητικό. Κατά την άποψή του, οι μαθητές υποφέρουν από υπερπληθώρα ύλης. «Ξέρετε πόσα τεύχη βιβλίων παίρνει ένα παιδί της Α’ Γυμνασίου στην αρχή της χρονιάς; 34. Είναι να τα λυπάσαι…».
Τα πειραματικά σχολεία πρέπει να προάγουν τον θεσμό της αριστείας, να εφαρμόζουν πειραματικά προγράμματα και πειραματικές μεθόδους διδασκαλίας, να ελέγχουν βιβλία και εκπαιδεύουν τους μελλοντικούς εκπαιδευτικούς. Αυτά δηλώνει στο ΑΠΕ ο διευθυντής του Λυκείου στο Βαρβάκειο, Λεωνίδας Μάντζος. Γιατί οι γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους στα πειραματικά σχολεία από τη στιγμή που σήμερα δεν διαφέρουν από τα υπόλοιπα δημόσια σχολεία; «Αναζητούν την αίγλη του παρελθόντος», απαντά. «Απογοητευμένοι και μην έχοντας να στραφούν πουθενά αλλού η μοναδική τους ελπίδα είμαστε εμείς. Σε έναν βαθμό προσφέρουμε αυτό που ζητούν. Παρότι το δείγμα είναι τυχαίο, το επίπεδο των μαθητών στο σχολείων μας είναι από τη μέση και πάνω». Η Βαρβάκειος Σχολή γιόρτασε τον περασμένο μήνα τα 150 χρόνια της. Σύμφωνα με τον κ.Μάντζο, ο μύθος του Βαρβακείου συνοδεύει ακόμη το σχολείο, που διευθύνει. «Σε αυτό το σχολείο έχουμε, πώς να το πω, "ταλιμπάν" του Βαρβακείου, που πιστεύουν στην παράδοσή του και προσπαθούν να διατηρήσουν το επίπεδό του».
Με το ίδιο πνεύμα, «ταλιμπάν», όπως το χαρακτηρίζει παραστατικά ο διευθυντής του Βαρβακείου, εργάζονται δάσκαλοι και καθηγητές στα Ανάβρυτα και το Πειραματικό των Αθηνών. «Κάθε πρωί οι καθηγητές κάνουν ουρά μπροστά από το φωτοτυπικό για να δώσουν υλικό στα παιδιά», αναφέρει ο κ. Κρητικός στα Ανάβρυτα, ξεναγώντας μας στις τάξεις του σχολείου, που διευθύνει.
Στο Πειραματικό της Αθήνας η κ. Λυκούδη κάνει ιδιαίτερη αναφορά στους συναδέλφους της που βάζουν χρήματα ακόμη και από την τσέπη τους για να κάνουν καλύτερα τη δουλειά τους. Μόνο που η καλή εκπαίδευση δεν μπορεί να επαφίεται στον πατριωτισμό των εκπαιδευτικών. Και ίσως αυτή η προσπάθεια αναβάθμισης των πειραματικών είναι ένα πρώτο βήμα για τη γενικότερη αναβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης, έναν στόχο που αποτελεί πάγιο αίτημα της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου