Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

ΙΟΒΕ: Χωρίς τα 110 δις ευρώ από το ΔΝΤ, η Ελλάδα θα είχε κηρύξει στάση πληρωμών!

... ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΒΕ, ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΑ, ΑΛΛΑ ΔΕΝ ΦΤΑΝΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΟΡΘΩΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ!
Αμετάβλητος παραμένει ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα το τρίμηνο Σεπτεμβρίου - Νοεμβρίου σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (Ιουνίου - Αυγούστου) και διαμορφώνεται και πάλι στις 67 μονάδες κατά μέσο όρο, όπως προκύπτει από την τριμηνιαία έκθεση του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ). Σύμφωνα με την έκθεση του ΙΟΒΕ, από τον Μάρτιο και μετά, ο δείκτης βρίσκεται σταθερά κάτω από τις 70 μονάδες, αγγίζοντας το κατώτατο σημείο του τον Μάιο (61,9 μονάδες), το μήνα δηλαδή που...

υπογράφτηκε το Μνημόνιο συνεργασίας με την τριάδα ΔΝΤ-ΕΕ-ΕΚΤ.
Η επίδοση του τελευταίου τριμήνου είναι έτσι σημαντικά χαμηλότερη του μακροχρόνιου μέσου όρου της περιόδου 2001-2009 (95,7 μονάδες), αλλά και της αντίστοιχης περσινής επίδοσης (78,4 μονάδες). Οι επιχειρηματικές προσδοκίες παραμένουν, με μικρές διακυμάνσεις, σε πολύ χαμηλά επίπεδα από τους πρώτους μήνες του έτους, με τη μεγαλύτερη απογοήτευση να καταγράφεται στο Λιανικό Εμπόριο και τις Κατασκευές. Αλλά και στην πλευρά της ζήτησης, η καταναλωτική εμπιστοσύνη έχει υποχωρήσει σε ιστορικά χαμηλό σημείο.
Η συγκράτηση των καταναλωτικών δαπανών και η πιστωτική στενότητα που οδηγεί σε μείωση της ρευστότητας, συμβάλλουν στη διατήρηση και επιδείνωση της ύφεσης, εικόνα η οποία δεν αναμένεται να ανατραπεί εύκολα, αν δεν υπάρξει ουσιαστική παρέμβαση αναθέρμανσης της οικονομίας.
Από την πλευρά της ζήτησης, η καταναλωτική εμπιστοσύνη διολισθαίνει περαιτέρω κατά το υπό εξέταση τρίμηνο, καταγράφοντας νέα ιστορικά χαμηλά επίπεδα, με τις προβλέψεις των νοικοκυριών να είναι ακόμα δυσμενέστερες. Από την πλευρά της προσφοράς, σημειώνεται ήπια ανάκαμψη των επιχειρηματικών προσδοκιών σε σχέση με το θερινό τρίμηνο στις Κατασκευές και στο Λιανικό Εμπόριο, οριακή βελτίωση στη Βιομηχανία, ενώ στις Υπηρεσίες, οι προσδοκίες παραμένουν στα επίπεδα του προηγούμενου τριμήνου.
Γενικά πάντως, οι εξελίξεις στους επιμέρους τομείς της οικονομίας υποδηλώνουν σχετική σταθερότητα του οικονομικού κλίματος το τελευταίο τρίμηνο, μετά τις έντονες διακυμάνσεις των προηγούμενων μηνών. Παρόλα αυτά, σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, καταγράφεται καθολική πτώση των σχετικών δεικτών, η οποία είναι αισθητά εντονότερη στο Λιανικό Εμπόριο και τις Κατασκευές και οριακά κα στη Βιομηχανία.
Ο ΙΟΒΕ εκτιμά ότι η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με την τρόικα και τα μέτρα που έχουν ληφθεί και εφαρμόζονται είναι απαραίτητα για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής σταθερότητας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Χωρίς τη συμφωνία και το δάνειο των 110 δισ. ευρώ η Ελλάδα θα είχε ήδη κηρύξει στάση πληρωμών, με καταστρεπτικές συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνική της συνοχή.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, τα μέτρα της συμφωνίας που ήδη εφαρμόζονται είναι απολύτως αναγκαία. Όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν επαρκή για την οικονομική ανόρθωση της χώρας.
Το ΙΟΒΕ αναμένει ισχυροποίηση της ύφεσης μέχρι το τέλος του 2010 και εκτιμά πως την εξέλιξη αυτή θα προκαλέσουν: α) η περαιτέρω αποδυνάμωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω κυρίως της ανόδου της ανεργίας και της περικοπής του υψηλότερου από τα υπόλοιπα επιδόματος Χριστουγέννων στο δημόσιο τομέα και στους συνταξιούχους β) η πολύ συντηρητική πραγματοποίηση καταναλωτικών δαπανών από το κράτος, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για το έλλειμμα και γ) η αναιμική επενδυτική δραστηριότητα, ενόψει και του νέου "τοπίου" που θα προκύψει στο συγκεκριμένο πεδίο, μετά την ολοκλήρωση των σχετικών νομοθετικών παρεμβάσεων από την κυβέρνηση. Ως αποτέλεσμα, η ύφεση στο σύνολο του 2010 εκτιμάται ότι θα φτάσει το 4,2%.
Καθώς αναμένεται βάθυνση της ύφεσης στο τέταρτο τρίμηνο, θα ασκηθούν ακολούθως εντονότερες πιέσεις στην απασχόληση και στην ανεργία, διαμορφώνοντάς τη κοντά στο 13% σε αυτή την περίοδο και γύρω από το 12,2% στο σύνολο του έτους.
Η υπέρβαση της κρίσης στη χώρα μας απαιτεί την αποκατάσταση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και την εφαρμογή σειράς μεταρρυθμίσεων για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Στο πλαίσιο αυτό, τα μέτρα της συμφωνίας που ήδη εφαρμόζονται είναι απολύτως αναγκαία, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ.
Όμως δεν μπορούν να θεωρηθούν επαρκή για την οικονομική ανόρθωση της χώρας.
Πρώτον, διότι η συμφωνία δεν καλύπτει μέτρα με σημαντικές δυνητικές ωφέλειες για την ανάπτυξη, είτε σε βραχυπρόθεσμο είτε σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, όπως η ανακατανομή των πόρων του Προγράμματος Δημόσιων Επενδύσεων, η αξιοποίηση της κρατικής ακίνητης περιουσίας κ.ά.
Δεύτερον, διότι δεν ασχολείται με το βέλτιστο αναπτυξιακό πρότυπο, δηλαδή τη δομή της συνολικής ζήτησης και της συνολικής προσφοράς σε μια δεκαετία από σήμερα, και κυρίως με το πώς θα φτάσουμε σ’ αυτό.
Τρίτον, διότι τα ήδη ληφθέντα σταθεροποιητικά και διαρθρωτικά μέτρα έχουν σημαντικά κενά (π.χ. το ασφαλιστικό) και πρέπει να συμπληρωθούν.
Τέταρτον, διότι δεν έχει εξηγηθεί κατά πόσο το μέγεθος της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι επιτεύξιμο, τουλάχιστον με βάση την ελληνική εμπειρία του πρόσφατου παρελθόντος, και αυτό δημιουργεί έλλειμμα εμπιστοσύνης, ανασφάλεια για το αν η προσπάθεια μπορεί να επιτύχει αλλά και κερδοσκοπικές τοποθετήσεις. Πέμπτον, διότι ακόμα και τα πλέον επαρκή μέτρα χρειάζονται το κατάλληλο όραμα, αποτελεσματική οργάνωση και αποφασισμένη διοίκηση για να εφαρμοστούν και να επιτύχουν.
Έρευνες του ΙΟΒΕ, αλλά και άλλων εγχώριων και διεθνών ερευνητικών οργανισμών, έχουν δείξει ότι το άνοιγμα των επαγγελμάτων και των αγορών και η κατάργηση των αναχρονιστικών εμποδίων στην επιχειρηματικότητα κατά τρόπον ώστε η Ελλάδα να συγκλίνει στο μέσο ρυθμιστικό επίπεδο της Ευρωζώνης, μπορούν να επιφέρουν (εφάπαξ) αύξηση του ΑΕΠ άνω του 17% μακροπρόθεσμα, και περίπου 10% σε ορίζοντα πενταετίας. Τα οφέλη αυτά δεν έχουν ληφθεί υπόψη από τις αγορές, διότι δεν συμπεριλαμβάνονται στα επίσημα σενάρια που δημοσιοποιεί η τρόικα στις επικαιροποιήσεις του Μνημονίου.
Έτσι, οι αγορές παραμένουν εξαιρετικά δύσπιστες ως προς τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Το ίδιο συμβαίνει και με την αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας, ιδιαίτερα της ακίνητης: Η καταγραφή της και μόνο, μαζί με μια σαφή και συγκεκριμένη διαβεβαίωση από την Κυβέρνηση για την αξιοποίησή της σε ορίζοντα δεκαετίας, θα δημιουργούσε τελείως διαφορετικές προσδοκίες στις αγορές από τις σημερινές σε σχέση με την εξέλιξη του δημόσιου χρέους, και, επομένως, αντίστοιχες εξελίξεις στα επιτοκιακά περιθώρια δανεισμού (spreads).
Παρόλα αυτά, τόσο το άνοιγμα των αγορών και των επαγγελμάτων όσο και η καταγραφή και αξιοποίηση της ακίνητης κρατικής περιουσίας αργούν υπερβολικά δεδομένης της σημασίας τους και της κρισιμότητας της κατάστασης.
Το ΙΟΒΕ προτείνει επίσης:
α) Κατάργηση όλων των φορολογικών απαλλαγών και εκπτώσεων που αφορούν πολίτες και αντικατάστασή τους με στοχευμένες άμεσες δαπάνες.
β) Δημιουργία ηλεκτρονικού συστήματος για τον εντοπισμό της φοροδιαφυγής, με ενοποίηση των εισπρακτικών μηχανισμών φορολογικών εσόδων και ασφαλιστικών εισφορών, που αξιοποιεί συνδυαστικά όλα τα δεδομένα (business intelligence system).
γ) Επανεξέταση όλων των κοινωνικών μεταβιβάσεων/επιδομάτων χρησιμο-ποιώντας εισοδηματικά και κοινωνικά κριτήρια. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται τόσο οι πόροι υπέρ τρίτων, ιδιαίτερα όσοι αφορούν στα λεγόμενα ειδικά και ευγενή ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία ο τελευταίος ασφαλιστικός νόμος (3863/10) ατυχώς εξαίρεσε, όσο και οι πόροι που δημόσιοι οργανισμοί, τράπεζες και επιχειρήσεις αφιερώνουν για την κάλυψη των ελλειμμάτων των ταμείων κύριας και επικουρικής ασφάλισης (οι πόροι αυτοί δεν πρέπει να συγχέονται με την εργοδοτική εισφορά).
δ) Συγχώνευση κρατικών νοσοκομείων και εξειδίκευσή τους ανάλογα με τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα. Ιδιωτικοποίηση νοσοκομείων που περισσεύουν. Κατάργηση νομοθετικών ρυθμίσεων τύπου "βασικού μετόχου", που εμποδίζουν τη δημιουργία ιδιωτικών κλινικών και, ιδιαίτερα, διαγνωστικών κέντρων.
ε) Συγχώνευση και κατάργηση στρατιωτικών μονάδων. Αξιοποίηση στρατοπέδων που περισσεύουν για την αποπληρωμή στρατιωτικών δανείων.
στ) Συγχώνευση ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
ζ) Σχεδιασμός της επόμενης μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος με μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και ανάληψη του σχετικού κόστους από τον προϋπολογισμό με μείωση δαπανών ή/και αύξηση της φορολογίας, καθώς και δημιουργία κεφαλαιοποιητικού "δεύτερου" πυλώνα για όσους επιθυμούν πρόσθετη σύνταξη και ασφάλιση υγείας πέραν αυτών που εξασφαλίζει το διανεμητικό σύστημα. (Η μείωση των εισφορών βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα).
η) Κωδικοποίηση και απλοποίηση της νομοθεσίας.
θ) Θέσπιση ποσοτικών στόχων ανα-βάθμισης των θεσμών: Επιδίωξη βελτίωσης της θέσης της Ελλάδας στις διεθνείς κατατάξεις που μετρούν τις σχετικές επιδόσεις κατά χ θέσεις μέ-σα στην επόμενη τριετία στους τομείς της διαφάνειας, της διαφθοράς, της παιδείας, της καινοτομίας, της ανταγωνιστικότητας, της επιχειρημα-τικότητας, της ταχύτητας απονομής δικαιοσύνης κ.λ.π.
ι) Σύνδεση των στόχων της ενεργεια-κής πολιτικής (20-20-20) με τις πολι-τικές στήριξης της έρευνας και της καινοτομίας, με σκοπό την ενίσχυση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας των "πράσινων" τεχνολογιών και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
ια) Χρησιμοποίηση καταξιωμένων μάνατζερ για την υλοποίηση των πράγματι δύσκολων στόχων στους βασικούς τομείς του κυβερνητικού έργου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου